Ο «άνθρωπος που έσωσε τα παιδιά», ο ερευνητής που χάρισε στην ανθρωπότητα το εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας, είχε το «προνόμιο» να μην τιμηθεί ποτέ με Νόμπελ Ιατρικής. Θύμα της «συντεχνιακής» μισαλλοδοξίας, ο αμερικανός μικροβιολόγος Τζόνας Σολκ παρέμεινε ακόμη και μετά θάνατον ένας αφανής ήρωας. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο Μπέιζιλ Ο’ Κόνορ, ένας από τους ελάχιστους συναδέλφους - υποστηρικτές του, ο κορυφαίος αυτός επιστήμονας ανακάλυψε το αντιπολιομυελιτικό εμβόλιο και του φέρονταν σαν να ήταν εγκληματίας.
Ο Τζόνας Σολκ (Jonas Salk) γεννήθηκε στο Ανατολικό Χάρλεμ της Νέας Υόρκης στις 28 Οκτωβρίου 1914. Γιος ενός ορθόδοξου Πολωνοεβραίου, από τους εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που διέσχισαν τον Ατλαντικό στις αρχές του αιώνα αναζητώντας ελπίδα και ίσες ευκαιρίες, δραπέτευσε από το πεπρωμένο του σπουδάζοντας ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Η οξύνοια, οι επιδόσεις του, αλλά και μία σχεδόν μυστικιστική αγωνία να επιτελέσει το ταχύτερο μία αποστολή για την οποία γνώριζε μέσα του ότι ήταν προορισμένος τον έκαναν να δρα και να ελίσσεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, προσπερνώντας επιδεικτικά - βλάσφημα για πολλούς συμφοιτητές και αργότερα συναδέλφους του - ακαδημαϊκές δάφνες και φιλοδοξίες.
Ξεκίνησε με ένα δικό του εργαστήριο στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ. Ο Μπέιζιλ Ο’ Κόνορ, επικεφαλής του Ιδρύματος Παιδικής Παράλυσης (το έτερο ζοφερό «παρατσούκλι» της πολιομυελίτιδας), ήταν από τους πρώτους που διέγνωσαν ότι ο Σολκ ήταν αποφασισμένος να τα καταφέρει. Βεβαίως τον θεμέλιο λίθο για την έρευνα είχε βάλει λίγα χρόνια νωρίτερα ο Τζον Έντερς του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Η δική του επιστημονική ομάδα ήταν εκείνη που είχε ανακαλύψει τον τρόπο να καλλιεργεί τον ιό της πολιομυελίτιδας μέσα σε δοκιμαστικούς σωλήνες. Για πρώτη φορά οι πολέμιοι της επάρατης ασθένειας των κινητικών κέντρων του νωτιαίου μυελού είχαν στη διάθεσή τους όσους ιούς ήθελαν προκειμένου να «κυνηγήσουν» το εμβόλιο.
Άσπονδος αντίζηλος του Σολκ στον πόλεμο κατά της πολιομυελίτιδας ήταν ο Άλμπερτ Σέιμπιν. Η προσέγγισή τους ήταν εντελώς διαφορετική. Ο Σέμπιν ανήκε στη «σχολή Παστέρ», σύμφωνα με την οποία ο καλύτερος τρόπος για να δημιουργήσεις ανοσοποίηση ήταν να χρησιμοποιήσεις έναν ιό ζωντανό, αλλά κατά τι εξασθενημένο. Αντιθέτως, ο Σολκ ήδη από την εποχή που συμμετείχε στο πρόγραμμα ανάπτυξης ανοσοποίησης κατά της γρίπης πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος για το ανοσοποιητικό σύστημα ήταν να χρησιμοποιήσεις εντελώς απενεργοποιημένους, νεκρούς ιούς. Τελικά, ο Σολκ είχε δίκιο. Πέτυχε να αναγνωρίσει τρία χωριστά στελέχη του ιού της πολιομυελίτιδας και απέδειξε ότι νεκρός ιός από καθένα από τα στελέχη αυτά μπορούσε να προκαλέσει σχηματισμό αντισωμάτων σε πιθήκους.
Η ανθρωπότητα είχε κερδίσει μια μεγάλη μάχη. Μόλις ένα χρόνο αργότερα το εμβόλιο δόθηκε σε κοινή χρήση στις ΗΠΑ. Ο Σολκ, όμως, είχε στο μεταξύ κάνει ένα μεγάλο λάθος που τον τοποθέτησε πάραυτα στη «μαύρη λίστα» της επιστημονικής «συντεχνίας». Αντί να ακολουθήσει το πρωτόκολλο - να δημοσιεύσει κατ’ αρχήν τα αποτελέσματα της έρευνας σ’ ένα ιατρικό περιοδικό κι εν συνεχεία να φροντίσει να ανακοινώσει τα ονόματα όλων εκείνων που συμμετείχαν σ’ αυτή την τεράστια επιτυχία - έκανε του «κεφαλιού» του.
Μόλις ανακάλυψε το εμβόλιο έδωσε άρον άρον μία συνέντευξη Τύπου και εν συνεχεία μίλησε στο ραδιόφωνο χωρίς να αναφέρει ούτε ένα όνομα συναδέλφου - ούτε του Έντερς στο Χάρβαρντ, ούτε των συναδέλφων του στο εργαστήριο του Πίτσμπουργκ, ούτε βεβαίως το δικό του. Το λάθος αυτό θα τον στοιχειώσει για πάντα. Ο ακαδημαϊκός κόσμος τον σνόμπαρε επιδεικτικά, ακόμη και όταν λίγο πριν από το θάνατό του, που επισυνέβη στις 23 Ιουνίου 1995, αποφάσισε να επικεντρώσει τις έρευνές του στην ανακάλυψη του εμβολίου κατά της μάστιγας του αιώνα: του AIDS.