Ο Κώστα Μουρσελά ήταν θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, δοκιμιογράφος και πεζογράφος, ευρύτερα γνωστός από την τηλεοπτική σειρά «Εκείνος... και Εκείνος» (1972 και 1989) και από το μυθιστόρημά του «Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά» (1990), που μεταφέρθηκε με μεγάλη επιτυχία στη μικρή οθόνη το 1992. Το έργο του είναι μία ανατομία της μεταπολεμικής ελληνικής κοινωνίας, μία συνεχής πορεία
που ξεκινάει από τον διδακτικό κλαυσίγελο για να φτάσει στα τελευταία
του έργα στον πλήρη και καταλυτικό σαρκασμό, βάζοντας το «μαχαίρι στο
κόκαλο» με πνεύμα απόλυτα ανατρεπτικό.
Ο Κώστας Μουρσελάς γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1932 στον Πειραιά, «σε μια γειτονιά λαϊκή – μικροαστική και ταυτόχρονα λαϊκή... Μικρές μονοκατοικίες, μικρές αυλές, σκονισμένοι δρόμοι… Εκεί έβγαιναν και κάθονταν, με τις πιτζάμες τους κύριοι, με τα νυχτικά τους οι κυρίες... Εκεί, μεταξύ ούζου και καφέ, λυνόντουσαν και τα μεγάλα προβλήματα της γειτονιάς και του· κόσμου μας… Φρόνιμοι οικογενειάρχες, εργατικοί άνθρωποι, συντηρητικοί, ως επί το πλείστον, μικροαστοί. Πίστευαν περισσότερο στη μοίρα τους παρά στον εαυτό τους...».
Η απόλυση από την Χουντα
Τελείωσε το 4ο Γυμνάσιο του Πειραιά και το 1951, πρωτοετής φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, συνελήφθη δύο φορές και φυλακίστηκε ως στέλεχος της ΕΠΟΝ. Για χρόνια σπούδαζε βιολί, ήθελε να γίνει συνθέτης, αλλά τον έθελγε περισσότερο το θέατρο. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως ασκούμενος δικηγόρος, αλλά εγκατέλειψε τη δικηγορία λίγο προτού πάρει την άδεια και διορίστηκε δημόσιος υπάλληλος έως το 1969, οπότε τον απέλυσε η Χούντα.
Ακολούθησαν τα έργα: «Η κυρία δεν πενθεί», «Επικίνδυνο Φορτίο» (1970), «Ω τι κόσμος Μπαμπά» (1972), «Οι φίλοι» (1979), «Το αυτί τού Αλέξανδρου, «Ενυδρείο» (1980), «Μαχαίρι στο κόκκαλο» (1989), «Εφημερεύομεν», «Πού πάει το Λεωφορείο», Το δίκανο», «Ημιτελής συνουσία» κ.ά. Έργα του παίχτηκαν από θιάσους του Ελεύθερου Θεάτρου, το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, από Δημοτικά Θέατρα, καθώς και από θιάσους του εξωτερικού (Γαλλία, Γερμανία, Κύπρος).
Στο πλατύ κοινό έγινε γνωστός από τηλεοπτικές παρουσιάσεις έργων του («Μικρές αγγελίες», «Σιγά η πατρίδα κοιμάται», «Το ρολόι») και από την περίφημη σατιρική σειρά του «Εκείνος και... Εκείνος», με πρωταγωνιστές τον Βασίλη Διαμαντόπουλο και τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο.
«Βαμμένα κόκκινα μαλλιά»
Το 1990 επανήλθε στην πεζογραφία, εκδίδοντας το μυθιστόρημα «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά», που οι πωλήσεις του ξεπέρασαν, συνολικά, τις διακόσιες χιλιάδες αντίτυπα και μεταφράστηκε στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, τουρκικά και εβραϊκά. Το 1992 μεταφέρθηκε με μεγάλη επιτυχία και στην τηλεόραση (ΑΝΤ1) από τον σκηνοθέτη Κώστα Κουτσομύτη, με πρωταγωνιστές τον Κώστα Αρζόγλου, την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και τον Γιώργο Νινιό.
Ο Κώστας Μουρσελάς πέθανε στις 15 Ιουλίου 2017 στην Αθήνα, σε ηλικία 85 ετών.
Η κηδεία του έγινε τρεις ημέρες αργότερα στο κοιμητήριο της Κηφισιάς και το παρών έδωσαν θεατρικοί συγγραφείς, πεζογράφοι, ποιητές, ηθοποιοί, πολιτικοί και εκδότες.
Τον επικήδειο εκφώνησε ο κριτικός θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος, ο οποίος είπε πως ο Κώστας Μουρσελάς υπήρξε ένα πρόσωπο που κυνηγήθηκε και διώχθηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, προβάλλοντας την αντίστασή του στο καθεστώς μέσα από την οξυδερκή του σάτιρα και τη χαμηλή του φωνή. «Ο Μουρσελάς», σημείωσε, «ήταν ένας πεπεισμένος ρομαντικός. Και ως ρομαντικός θρήνησε για τα βαθιά τραύματα της Ελλάδας, όπως και για τη διάψευση της γενιάς του. Τα τραύματα που έβαλε στο μικροσκόπιό του ο συγγραφέας, ξεκινούν από τα χρόνια του Εμφυλίου και παραμένουν εν πολλοίς ανοιχτά μέχρι και σήμερα. Τόσο με τα θεατρικά του έργα όσο και με την πεζογραφία του, πρωτίστως δε με την τηλεοπτική του σειρά “Εκείνος... και Εκείνος”, ο συγγραφέας μίλησε για το δράμα της νεοελληνικής πραγματικότητας. Γι' αυτό και στο σημαντικότερο θεατρικό του έργο, που είναι το “Ενυδρείο”, παρατηρούμε ανθρώπους εγκλωβισμένους και αδύναμους, που αλληλοσπαράσσονται χωρίς κανένα περιθώριο διαφυγής. Και να πω ότι δυστυχώς ο Μουρσελάς δεν προτιμήθηκε από τις κρατικές μας σκηνές, όπως δεν προτιμήθηκε και ο άλλος μεγάλος εκλιπών, ο Παύλος Μάτεσις. Ας ελπίσουμε πως μετά τον θάνατό του θα έχει καλύτερη τύχη».