Ο Ζορζ Σερά (Georges Seurat) ήταν γάλλος μετα-ιμπρεσιονιστής ζωγράφος, που αιχμαλώτισε τις φυσικές ιδιότητες του φωτός σε σκηνές της σύγχρονης ζωής του Παρισιού, με τις χαρακτηριστικές τεχνικές ζωγραφικής του, γνωστές ως Πουαντιγισμός και Ντιβιζιονισμός. Οι καινοτόμες μέθοδοί του δημιούργησαν τη σχολή του Νεοϊμπρεσιονισμού, ένα πρωτοποριακό κίνημα του 19ου αιώνα, που άλλαξε για πάντα την πορεία της σύγχρονης τέχνης.
Γόνος πλούσιας οικογένειας του Παρισιού, ο Ζορζ Σερά γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1859 στη γαλλική πρωτεύουσα. Η καλλιτεχνική του εκπαίδευση άρχισε από τα εφηβικά του χρόνια και συνεχίστηκε στην περίφημη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού το 1878. Ο Σερά προσπάθησε να συνδυάσει την επιστήμη με την τέχνη κατά τη διάρκεια των σπουδών του, αλλά σύντομα απογοητεύτηκε από τα όρια της ακαδημαϊκής παράδοσης. Εμβάθυνε στην επιστημονική μελέτη της θεωρίας των χρωμάτων και της οπτικής για ν’ αναπτύξει το πρωτότυπο στιλ που επινόησε, τον «χρωμο-φωτισμό», αργότερα γνωστό ως Πουαντιγισμό ή Ντιβιζιονισμό.
Η εμμονή του Σερά με τη θεωρία των χρωμάτων ώθησε ορισμένους ιστορικούς της τέχνης να υποθέσουν ότι οι τεχνικές του επηρεάστηκαν από τις ατμοσφαιρικές επιδράσεις των ηφαιστειακών εκρήξεων που δημιούργησαν μερικά από τα πιο πολύχρωμα ηλιοβασιλέματα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Αν και οι εμπνεύσεις του για τις καλλιτεχνικές του καινοτομίες παραμένουν προς συζήτηση, η τέχνη του είχε σημαντικό αντίκτυπο στην οπτική κουλτούρα.
Το μνημειώδες έργο του έχει εμπνεύσει αμέτρητους καλλιτέχνες από διαφορετικούς χώρους. Μεταξύ άλλων, ο Στίβεν Σοντχάιμ είναι ο δημιουργός του μιούζικαλ «Sunday in the Park with George» (1984) και ο σκηνοθέτης Τζον Χιουζ κάνει αναφορές στο έργο του Σερά στη νεανική κωμωδία «Η πιο κουφή μέρα του Φέρι Μπούλερ» («Ferris Bueller`s Day Off»), μία από τις μεγάλες εμπορικές επιτυχίες της δεκαετίας του ’80.
Ο Ζορζ Σερά πέθανε στις 29 Μαρτίου 1891 στο σπίτι των γονιών του στο Παρίσι, σε ηλικία μόλις 31 ετών. Η αιτία του θανάτου του είναι αβέβαιη και έχει αποδοθεί σε μηνιγγίτιδα, πνευμονία, λοιμώδη στηθάγχη και διφθερίτιδα. O τελευταίος πίνακάς του «Το Τσίρκο» («Le Cirque») παρέμεινε ημιτελής.